content top

Λίγα γιὰ τὸ χάϊκου

Ἡ ἰαπωνικὴ ποίηση ἀναπτύχθηκε μὲ βάση ὄχι τὴν ὁμοιοκαταληξία ἤ κάποιο εἶδος μέτρου, ἀλλὰ τὸν ἀριθμό τῶν φωνηέντων ποὺ περιέχει ἕνα ποίημα. Αὐτὰ τὰ φωνήεντα ἀντιστοιχοῦν σὲ γενικὲς γραμμὲς σ’ αὐτὸ ποὺ ἐμεῖς λέμε συλλαβὲς, γι  αὐτὸ ἔχει ἐπικρατήσει στὴ Δύση νὰ μιλᾶμε γιὰ ἀριθμό «συλλαβῶν» στὴν ἰαπωνικὴ ποίηση. Κανονικὰ τὰ ἐν λόγω φωνήεντα λέγονται音字, onji = «γράμματα ποὺ σημαίνουν μιὰ ἠχητικὴ μονάδα». Αὐτὲς οἱ μονάδες δὲν ἀντιστοιχοῦν πάντα σὲ ὅ,τι ὀνομάζομε συλλαβή. Π.χ. λέξεις ποὺ διπλασιάζουν τὸν ἦχο «ο» μὲ ἕνα «ου» ἀμέσως μετὰ δὲν θεωροῦνται μιὰ μακρὰ, ἀλλὰ δύο συλλαβές. Μὲ βάση αὐτὸ τὸν ἀριθμὸ ἡ ἰαπωνικὴ ποίηση διακρίνεται σὲ δύο κυρίως ποιητικὲς φόρμες. Ἔτσι ἔχομε τὸ waka (ἰαπωνικὴ ἤ «ἐθνικὴ» ποίηση) ἤ tanka (σύντομη ποίηση), ποὺ εἶναι μιὰ στροφὴ ἀποτελούμενη ἀπὸ 5, 7, 5 καὶ 78 =31 συλλαβές, καὶ τὸ χάϊκου, ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ 5, 7, 5 =17 συλλαβές. Σ’ αὐτὲς τὶς δύο ποιητικὲς φόρμες ἐντάσσεται τὸ σύνολο σχεδὸν τῆς ἰαπωνικῆς ποίησης. Ὡς γνωστὸν τὸ χάϊκου γεννήθηκε ἀπὸ τὴ λεγόμενη  renga ἤ renku («ἁλυσιδωτὴ ποίηση»), ποὺ ἦταν μιὰ σειρὰ ἀπὸ πολλὰ οὐάκα, καθένα ἀπὸ τὰ ὁποῖα τὸ συνέθεταν σὲ ποιητικοὺς διαγωνισμοὺς ποὺ ὀργανώνονταν ἐπὶ τούτου, δύο πρόσωπα: ὁ ἕνας ἔγραφε τοὺς τρεῖς πρώτους στίχους καὶ ὁ ἄλλος τοὺς δύο τελευταίους. Πολλὰ στοιχεῖα ποὺ χαρακτηρίζουν παραδοσιακὰ τὸ χάϊκου, ὅπως ἡ ὑπαινικτικὴ ἀναφορὰ στὴν ἐποχὴ, τὴν τοποθεσία κ.λπ. προστέθηκαν σὺν τῶ χρόνω στοὺς τρεῖς πρώτους στίχους, ποὺ ὀνομάστηκαν hokku = «ἐναρκτήριος στῖχος». Τὸ χάϊκου γεννήθηκε ὅταν ὁ γνωστὸς Μπασό (Basho, 17ος αἰ.) ἀνέπτυξε τὸ λεγόμενο sofu = «τρόπος τοῦ Μπασό». Μ’ αὐτὴ τὴ λέξη ἐννοοῦνται οἱ δύο συμβολὲς τοῦ Μπασό στὴν ποίηση, δηλαδὴ α) ἡ χρήση τῆς φόρμας τοῦ χόκκου μὲ σοβαρό καὶ ὄχι μὲ εὐτράπελο ἤ ἀπρεπὲς περιεχόμενο ὅπως συνέβαινε συχνὰ στὴ ρέν’κου (γι αὐτὸ καὶ λεγόταν ἐπίσης ρέν’κου χαϊκάϊ), καὶ β) ἡ ἀπομόνωση τοῦ χόκκου, ὥστε ν’ ἀποτελεῖ ἕνα ἀνεξάρτητο ποίημα. Τὸ χόκκου ὀνομάστηκε ἀργότερα χάϊκου. Μετὰ τὸν Μπασὸ, τὸ λάμπρυναν μὲ τὶς δημιουργίες τους κι ἄλλοι κλασσικοὶ ποιητὲς τοῦ εἴδους, ὅπως ὁ Ἴσσα, ὁ Γιόσα Μπουσόν κ.ἄ.

Πολλὰ ἔχουν γραφεῖ μὲ βάση τὴν ἰδέα ὅτι τὸ περιεχόμενο τοῦ χάϊκου μπορεῖ ν’ ἀναχθεῖ σὲ ἕνα μόνο πρᾶγμα. Οἱ γνωστότερες ἀπὸ αὐτὲς τὶς προσπάθειες ἀναγωγικῆς ἀποκωδικοποίησης τοῦ περιεχομένου τοῦ χάϊκου εἶναι ἐκείνη ποὺ θεωρεῖ ὅτι ἡ θεματολογία (τουλάχιστο τοῦ κλασσικοῦ χάϊκου) περιορίζεται στὴ φύση, ὅτι ἐκφράζει ὄψεις ἤ ἀντικείμενα τῆς φύσης, ὅπως τὶς ἐποχὲς, λουλούδια κ.λπ., ἤ ὅτι, μὲ βάση τὸ Βουδισμὸ Ζὲν ἐκφράζει τὴ «στιγμὴ» καὶ, μέσα ἀπ’ αὐτὴ, τὴν παροδικότητα. Ἀσφαλῶς αὐτὲς οἱ ἑρμηνεῖες ἰσχύουν, ἀλλὰ καλύπτουν μόνο ἕνα μέρος τῆς πραγματικότητας. Ἄλλες, λιγότερο γνωστὲς ἑρμηνεῖες, ἔχουν προσθέσει κι ἄλλες, μάλιστα φιλοσοφικὲς διαστάσεις, χαρίζοντας ἔτσι ἕνα βάθος ἀπρόσμενο σ’ αὐτὴν, τὴν πιὸ σύντομη ποίηση τοῦ κόσμου, ὅπως ἔχει ὀνομαστεῖ. Κάποια στιγμὴ καλὸ θὰ ἦταν νὰ γραφεῖ μιὰ ἱστορὶα τῶν ἑρμηνειῶν τοῦ χάϊκου. Γενικὰ θεωροῦμε ὅτι ὀρθότερο εἶναι νὰ ὑποστηρίξει κανεὶς ὅτι ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τὸ χάϊκου εἶχε ὄχι μόνο ἕνα, ἀλλὰ ποικίλο περιεχόμενο, ὅτι ὅσο πιὸ σύγχρονο ἱστορικὰ γινόταν τόσο περισσότερο αὔξανε αὐτὴ ἡ ποικιλία, καὶ ὅτι μὲ τὸν ὑπαινικτικὸ του τρόπο ἐξέφραζε διὰφορα πράγματα, συμπεριλαμβανομένων καὶ στοιχείων τῆς φύσης ἀλλὰ καὶ προσωπικῶν καταστάσεων αἰσθημάτων, φιλοσοφικῶν ἰδεῶν κ.λπ.

Στέλιος Παπαλεξανδρόπουλος